- εὐπατρίδων
- εὔπατριςborn of a noble siregen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εὐπατριδῶν — εὐπατρίδης of good or noble sire masc gen pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Геоморы — (др. греч. γεωμόροι, дорийский диалект γάμοροι, от γε «земля» и μείρομαι «получаю свою долю») земледельцы, вторая из трех социальных групп афинского государства (другие две евпатриды и демиурги), социальное деление которого традиция приписывает… … Википедия
EUPATRIDAE — apud Athenienses olim erant civium nobiliotes, qui regio prognati sanguine, dignitate coeteris antistabant. Primitus enim duo in Rep. civium, quibus inter grandus dignitatis fortunoeque aliquid interlucebat, ordines erat, Εὐπατρίδαι nempe et… … Hofmann J. Lexicon universale
EXEQUIARUM Ritus — Apud Romanos, ubi animam aegrotus exhalare coepisset, qui proximiores erant, si domi moriebatur, spiritum eius ore excipiebant, ut desiderium discedentis e vita amici testarentur, morientisque oculos claudebant (qui postea in rogo rursus aperti)… … Hofmann J. Lexicon universale
THESEUS — I. THESEUS Historicus Illustrium virorum vitas consignavit libris 5. suid. in Lex. Stob. de Fortitud. Item Corinthiacorum libros 3. Suidas et Etymologus. Etiam Thesei escriptis nattartiunculam adfert Stobaeus, Serm. de Fortit. II. THESEUS Iunior … Hofmann J. Lexicon universale
Λυκομίδαι — Λυκομίδαι, οἱ (Α) παλαιό και σημαντικό αττικό γένος ευπατριδών που είχε την έδρα του στον δήμο Φλυέων τής Αττικής, όπου και τελούσε μυστήρια προς τιμήν τής Γαίας, τής Δήμητρος, τού Έρωτος και τού Δαφνηφόρου Απόλλωνος, γένος από το οποίο καταγόταν … Dictionary of Greek
κοινοβούλιο — Συλλογικό πολιτικό όργανο, αντιπροσωπευτικό της εθνικής κοινότητας, αποτελούμενο από μία ή περισσότερες συνελεύσεις, στο οποίο έχει ανατεθεί η νομοθετική λειτουργία και το οποίο, σε βαθμό ανάλογο με τα ισχύοντα συνταγματικά συστήματα των διαφόρων … Dictionary of Greek
Καποδίστριας, Ιωάννης — (Κέρκυρα 1776 – Ναύπλιο 1831). O πρώτος κυβερνήτης του νεοελληνικού κράτους (1828−31). H οικογένειά του, που καταγόταν από τη δαλματική πόλη Κάπο ντ’ Ίστρια και τα μέλη της είχαν πάρει τον τίτλο του κόμη (τον οποίο αναγνώρισαν αργότερα και οι… … Dictionary of Greek
Κλάρεντον — (Clarendon). Οικισμός της Αγγλίας σε απόσταση 5 χλμ. από το Σόλσμπερι. Είναι γνωστός από τις διατάξεις που θέσπισε στα ανάκτορα η συνέλευση των ευγενών και των κληρικών. διατάξεις του Κ. Διατάξεις που καταρτίστηκαν από τη σύνοδο ευγενών και… … Dictionary of Greek